Wednesday 4 January 2017

Von Paradis, μια "πιανίστα στο σκοτάδι", με αφορμή την Ημέρα Μπράιγ


Αποτέλεσμα εικόνας για method Braille
Παγκόσμια Ημέρα Μπράιγ, σήμερα, καθώς η 4η Ιανουαρίου είναι η ημέρα γεννήσεως του Λουί Μπράιγ κι έτσι τιμάται η συνεισφορά του στους τυφλούς και τα άτομα  με δυσκολία στο διάβασμα και τη γραφή.

Ο Μπράιγ  εφηύρε ένα σύστημα γραφής και ανάγνωσης για τυφλούς με τελείες, που οι συνδυασμοί τους αντιστοιχούν στα γράμματα και τους αριθμούς.

Φοίτησε στο Παρίσι, στο πρώτο σχολείο τυφλών, μαθήτρια του οποίου υπήρξε η επίσης τυφλή Maria Theresia von Paradis, κόρη του γραμματέα της συνονόματης αυτοκράτειρας, απ’όπου και το βαφτιστικό της όνομα.

Η Paradis γεννήθηκε το 1759 στη Βιέννη όπου και σταδιοδρόμησε ως πιανίστα, αοιδός και συνθέτις, υπερβαίνοντας τα προβλήματα που της προκάλεσε η απώλεια της όρασής της σε νηπιακή ηλικία.
Λένε, πως δεκάχρονη μπορούσε να παίζει στο όργανο το Stabat Mater του Περγκολέζι και να το τραγουδά.
Χρηματοδοτούμενη από την αυτοκράτειρα που εντυπωσιάστηκε από το ταλέντο της μαθήτευσε δίπλα σε ονομαστούς δασκάλους της εποχής, ανάμεσά τους και τον Σαλιέρι που την δίδαξε σύνθεση.

Το βιεννέζικο κοινό λάτρεψε την "τυφλή γόησσα", όπως την αποκαλούσε, και διάσημοι συνθέτες άρχισαν να της αφιερώνουν έργα τους.
Αρχικά, ο δάσκαλός της Σαλιέρι τής αφιέρωσε το μοναδικό κοντσέρτο του για όργανο. Στη συνέχεια ο Χάυντν το κοντσέρτο του για πιάνο σε σολ μείζονα και ακολούθησε ο Μότσαρτ, που εντυπωσιασμένος από το ταλέντο της συνέθεσε γι αυτήν ένα κοντσέρτο για πιάνο (πιθανόν το Κ.456) παραμένοντας έκτοτε φίλος και θαυμαστής της μέχρι το θάνατό του.

Το 1783 η Von Paradis ξεκίνησε μεγάλη περιοδεία σε ευρωπαϊκές πόλεις.

Στο Λονδίνο έπαιξε για τον βασιλιά Γεώργιο Γ’, ενώ στο Παρίσι εμφανίστηκε στις δημόσιες συναυλίες του κύκλου Concert Spirituel.
Εκεί γνώρισε και τον άνθρωπο που άλλαξε τη ζωή της: τον πρωτοπόρο δάσκαλο τυφλών Valentin Haüy που τη βοήθησε να αντιμετωπίζει τα πρακτικά προβλήματα της καθημερινότητας και που ίδρυσε στο Παρίσι το πρώτο σχολείο τυφλών, μαθητής του οποίου όπως αρχικά είπαμε υπήρξε ο επινοητής του συστήματος γραφής και ανάγνωσης, Louis Braille.

Επίσης για την von Paradis επινοήθηκε ένας πίνακας σύνθεσης που της επέτρεπε να σημειώνει νότες χωρίς να χρησιμοποιεί χαρτί. Έτσι, συνέθεσε το πρώτο της έργο, ένα κύκλο 12 τραγουδιών για φωνή και πιάνο, που είχε τεράστια επιτυχία, ειδικότερα το "Μorgenlied eines armen Mannes".
Το ληντ βασίστηκε σε ποίημα του γερμανού Johann Timotheus Hermes, μέρος της δημοφιλούς "ψυχολογικής" νουβέλας του: "Sophiens Reise von Memel nach Sachsen- Το ταξίδι  της Σόφι από το Mέμελ στη Σαξονία".
Πρόκειται για στροφικό θρήνο απλούστατης δομής, που όμως συγκινεί με το απαράμιλλα ελεγειακό ύφος του.

"Μorgenlied eines armen Mannes":







Από την εργογραφία της Paradis δεν διασώθηκαν, παρά ελάχιστα ακόμη έργα, όπως η περίφημη "Sicilienne" που έχουν ερμηνεύσει και ηχογραφήσει διάσημοι σολίστ σε διάφορες εκδοχές.

Aπλή, κομψή, απαλλαγμένη από περιττά στολίδια, αποπνέει γαλήνια χάρη και εύθραυστη ομορφιά.



Ακούμε την εκδοχή για τσέλο και πιάνο. Σολίστ η Ζακλίν ντι Πρε:
"Sicilienne" / Jacqueline du Pré 




Η Von Paradis δίνει έμπνευση στη γαλλίδα λογοτέχνιδα Michèle Halberstadt να συγγράψει το μυθιστόρημά της: "Πιανίστα στο σκοτάδι".Πρόκειται για μυθοπλασία βασισμένη στην ζωή της τυφλής καλλιτέχνιδας και την γοητεία που σύμφωνα με την πλοκή ασκεί πάνω  στη βιρτουόζο πιανίστα ο γιατρός-υπνωτιστής και μουσικός, Μέσμερ.


"Δεν γνώριζε το χρώμα τ'ουρανού, ούτε το σχήμα που έχουν τα σύννεφα.Δε γνώριζε τί σημαίνει γαλάζιο ή κόκκινο, σκούρα ή απαλή απόχρωση.Ζούσε στο σκοτάδι. Αυτή είναι η ακριβής έκφραση να την περιγράψει.
Μπορεί να διακρίνει το φως από τη ζέστη, από τη μυρωδιά, μερικές φορές ακόμη και από τον ήχο: το τρεμόπαιγμα ενός κεριού, το τσίμπημα της φωτιάς...[...] 
Περιμένει τη σιωπή ν' ακουστεί το βράδυ. Ευτυχώς γι 'αυτήν, η ακρόαση είναι εκείνο που τής φτιάχνει τη διάθεση. Διακρίνει ήχους που κανείς δεν ακούει: το τζάμι που τρέμει όταν φυσάει ο δυτικός άνεμος...τη γλώσσα της γάτας που γλύφει το τρίχωμά της για να παραμένει καθαρή...[...]
Αυτό που κινεί το αίμα στις φλέβες  της είναι οι διακυμάνσεις - το φάσμα των ήχων, η κλίμακα των συναισθημάτων. Καταφέρνει να ξεχωρίζει την αγωνία απ'τον φόβο, το απαλό θρόισμα από το φύσημα του ανέμου, την ευγένεια από την ειλικρίνεια...Νιώθει, τρέμει. Δονείται, συγκινείται, αναστατώνεται.
[...]Είναι περήφανη για τα λεπτά δάχτυλά της, τα πάντα κομμένα νύχια της, που τα τροχίζει καθημερινά[...]το κλειδί του πιάνου είναι πάντα στην τσέπη της.Είναι το πιάνο της, το δικό της πιάνο. Κατάδικό της. Έχει κλειδώσει τον κόσμο της, μέσα του. Επτά νότες που αιωρούνται στο άπειρο για κείνους που επιθυμούν να τις κυριαρχήσουν. [...]
Παίζει ακούραστα, τα μάτια της ανοίγουν σαν δύο κρύσταλα, που δεν αντανακλούν πλέον κάτι, ούτε καμπύλες, ούτε χρώματα. Το βλέμμα της είναι κενό, σαν παράθυρο με τα παραθυρόφυλλα κλειστά από εκείνο το πρωινό, που ξύπνησε τυφλή...
[...]
"Η Μαρία Θηρεσία αγνοούσε τις ιατρικές φιλοδοξίες του Φραντς Άντον Μέσμερ...
Το μόνο που γνώριζε γι 'αυτόν ήταν η μεγάλη του φήμη  ως πάτρονας των τεχνών. 

Τον είχε ακούσει να παίζει με ορχήστρες και τον θυμόταν σαν έναν μέτριο πιανίστα.
Αλλά εκείνο το απόγευμα, καθισμένη ανάμεσα στους γονείς της κοντά στο κιόσκι στην αριστερή πλευρά του κήπου, δεν μπορούσε παρά μόνο να θαυμάσει τους εξαίσιους  αυτοσχεδιασμούς του στην γυάλινη αρμόνικα.
Ήταν το όργανο υπεύθυνο για τον ιδιαίτερο ήχο, ή μήπως ήταν ο τρόπος εκτέλεσης, 
που εκείνος ακολουθούσε; 
Μια αίσθηση γαλήνης την κυρίευσε. Μάλλον απ'το συνδυασμό αέρα, γυαλιού και νερού.Η Μαρία Θηρεσία έγειρε προς τα πίσω το κεφάλι της...Αφέθηκε με όλες τις αισθήσεις της...
Είχε ξεπεράσει κάθε αμηχανία ή συστολή σε επίπεδα πανικού, που πάντα ένιωθε όταν περιβαλλόταν από αγνώστους, τα βλέμματα των οποίων αισθανόταν να την τρυπούν... 
Παραδομένη -λες- σε μια παραζάλη, σχεδόν υπνωτισμένη, σαν μέσα της να είχε μαγικά κάποιος διοχετεύσει μια μυστήρια, απόκρυφη δύναμη
[...]  
Τα χέρια της έτρεμαν όπως  κάποιες φορές στην εκκλησία όταν στη διάρκεια της προσευχής ένοιωθε την επικοινωνία με το θείο! 
Η συναυλία τελείωσε, αλλά έτρεμε τόσο που, δεν μπορούσε να χειροκροτήσει.
Ζήτησε από τους γονείς της να της φέρουν λίγο κρύο νερό.
Ήταν ιδρωμένη και οι άκριες των ματιών της, υγρές...

[απόσπασμα από το μυθιστόρημα "The Pianist in the Dark" της Michèle Halberstadt, μτφ. δική μου]



No comments:

Post a Comment