Wednesday, 13 April 2016

"Καροτσέρη τράβα, να πάμε στα Ταταύλα..."

"Ταταύλα-Άγ. Αθανάσιος"/eistinpolin330.blogspot.com
"Τα Ταταύλα είναι χτισμένα πάνω σε λόφο και στην κορφή του λόφου είναι η Τούμπα ... 
Γύρω από τον ιστορικό ναό του Άη Δημήτρη οι Ταταυλιανοί ζούσαν οργανωμένοι με τα σχολεία τους ...
Τα Ταταύλα ήταν το μόνο προάστιο της Πόλης, που είχε πληθυσμό εκατό τοις εκατό ελληνικό. 
Τούρκος το πόδι του στα Ταταύλα να τον παρακαλούσες, δεν το πατούσε...", 

περιγράφει η Μαρία  Ιορδανίδου, στη "Λωξάντρα" της.

Τα Ταταύλα μια ιστορική κι όμορφη συνοικία της Κωνσταντινούπολης, πήρε το όνομά της από την τούρκικη λέξη "ταύλα", που σημαίνει σταύλος μιας και πριν την 'Αλωση η Γενοβέζοι του Γαλατά είχαν εκεί τους στάβλους τους.
Λέξη, που  ελληνοποιήθηκε με την προσθήκη του άρθρου "τα" κι έτσι προέκυψε η ονομασία "Ταταύλα".

"Είναι γκιαούρ μαχαλάς", έλεγαν οι Τούρκοι, αφού στη συνοικία υπήρχε έντονο το Ελληνικό στοιχείο.

Η Ιστορία έχει καταγράψει την καταστροφική φωτιά που ξέσπασε στη γειτονιά μια μέρα σαν τη σημερινή, στις 13 Απριλίου του 1929 κι αυτό το γεγονός έδωσε την αφορμή γι'αυτή την ανάρτηση.
Πυρκαγιά, που πολλοί πιστεύουν πως ήταν εμπρησμός για να υπάρξει έμμεση δημογραφική αλλαγή.
Ο νέος οικισμός θα ονομαστεί  "Kurtulus", που σημαίνει "απελευθέρωση-σωτηρία".

Γράφει κάπου αλλού η Ιορδανίδου:

"Η συνοικία των Ταταύλων σε αντίθεση με το γειτονικό Πέρα δεν έπλεε στο φως ούτε λικνιζόταν στο θόρυβο του κοσμοπολιτισμού. Δεν είχε αριστοκρατικά σπίτια ούτε κοσμικά κέντρα. Ήταν μια φτωχογειτονιά με πολλά ξύλινα σπίτια που κάθε λίγο και λιγάκι έπαιρναν φωτιά λόγω κάποιας αβλεψίας των ιδιοκτητών στο εικονοστάσι ή στην καπνοδόχο. Γι' αυτό και σήμα κατατεθέν της περιοχής δεν ήταν άλλοι από τους ξακουστούς τουλουμπατζήδες-πυροσβέστες, νταήδες και καθημερινούς ήρωες της γειτονιάς που σε κάθε πυρκαγιά έτρεχαν με την τουλούμπα τους, για να σβήσουν τη φωτιά..."

Τα Ταταύλα ήταν -λοιπόν- φτωχικά σαν συνοικία, όπως και φημίζονταν εκτός της γραφικότητάς τους, για τους οξύθυμους κι ευέξαπτους παλικαράδες τους, τους νταήδες, τους ασίκηδες νέους που το αίμα τους έβραζε και εναντιώνονταν σε κάθε αδικία, προστατεύοντας τους αδυνάτους.
(Γνωστός ο λαϊκός μύθος με το Σταυρή που συχνά "έπαιζε μπουνιές" με την αστυνομία, που ταλαιπωρούσε τους μαγαζάτορες της περιοχής...)

Γιατί, όπως είπαμε τα Ταταύλα φημίζονταν για τον παλμό, τη ζωντάνια και την ευθυμία των κατοίκων τους!Ήταν γλετζέδες και γλεντοκόποι οι Ταταυλιώτες!


Πλήθος τα εξοχικά κέντρα διασκέδασης και τα υπαίθρια ταβερνεία!..., κάτι που έκανε πολλούς να καταφθάνουν  με τις άμαξες από άλλες περιοχές της Πόλης, για να φάνε, να πιουν και να διασκεδάσουν στα φημισμένα  ταβερνάκια.


Οι καροτσέρηδες, αυτοί οι  συμπαθείς επαγγελματίες, τα χρόνια εκείνα, προτού ακόμα εμφανισθεί το αυτοκίνητο, προσέφεραν μεγάλη υπηρεσία στη μεταφορά του κοινού.



"Καροτσέρη τράβα, να πάμε στα Ταταύλα
πόσα τάλιρα γυρεύεις
να με πας και μη με φέρεις
τράβα!!!"

λέει το γνωστό Μικρασιάτικο τραγούδι...

Ένα τραγούδι που εμφανίζεται στα τέλη του 19ου αι. και βασίζεται σε μια παραδοσιακή μελωδία, που θεωρείται εβραϊκής ή αρμένικης προέλευσης, που όμως άκμασε περισσότερο στην Πόλη κι από κει διαδόθηκε σε ολόκληρη την Οθωμανική αυτοκρατορία και διεθνοποιήθηκε.

Στα λόγια του γίνεται αναφορά στην όμορφη γειτονιά των Ταταύλων με τη διαδικασία του αυτοσχεδιασμού να προσθέτει πιο κάτω και το δίστιχο με τα Αθηναϊκά Πατήσια:

"Καροτσέρη τράβα ίσια, να μας πας για τα Πατήσια
πόσα τάλιρα γυρεύεις
να μας πας και να μας φέρεις...Τράβα!..."

Στο σχολείο οι μαθητές αυτοσχεδιάζουν και προσθέτουν στροφές με γειτονιές της Πάτρας μας:

"Καροτσέρη είσ'αλάνι, πήγαινέ μας στο Ζαβλάνι..."

"Καροτσέρη με λιακάδα, τράβα μας στην Εγλυκάδα..."

"Αμαξά θέλω κορίτσι, πήγαινέ με στο Καστρίτσι..."

"Καροτσέρη ασπρομάλλη, πήγαινέ μας Σαραβάλι..."

Ένας ερωτοχτυπημένος νεαρός κάποια χρονιά έγινε ποιητής απ'την αγάπη, κι έδωσε την έμπνευση:

"Ο νταλκάς με κατατρώει, πήγαινέ με στην Αρόη
καροτσέρη η κοπελιά μου περιμένει τα φιλιά μου!Τράβα!!"...,
και τόσα άλλα!!!

Η φαντασία των παιδιών και η διάθεσή τους για χαρά και διασκέδαση, ανεξάντλητη!
Ο ρυθμός του κομματιού είναι 2/4 και χορεύεται ως γρήγορος χασάπικος.


Από τις παλαιότερες εκτελέσεις (1926) και ίσως η αυθεντικότερη είναι εκείνη του Κωνσταντινοπολίτη Αντώνη Διαμαντίδη, που'χε το παρατσούκλι  "Νταλγκάς", που στα ελληνικά σημαίνει "πάθος", και στα τουρκικά "κυματισμός", επειδή η φωνή του ήταν εξόχως εκφραστική, έκανε όμορφα τσακίσματα, σκαμπανεβάσματα και μελίσματα.


Δεδομένων των συνθηκών που ζούμε και μας σαστίζουν, τις στρεσογόνες καταστάσεις της καθημερινότητας , είναι ανάγκη ν' αναζητάμε την χαρά, τη διασκέδαση.
Ένας τρόπος εκτόνωσης είναι το τραγούδι και ο χορός, που γι'αυτό το απόγευμα σάς τα προτείνω με ακούσματα παραδοσιακά, που περνώντας από το φίλτρο του χρόνου διασώθηκαν ως τις μέρες μας και συνθέτουν τον πλούτο της πολιτιστικής κληρονομιάς μας.



Ας κατανοήσουμε πως η  μουσική της παράδοσής μας, αυτό το πολύχρωμο μωσαϊκό αποτελεί "Ύψιστη Τέχνη", και μας αποκαλύπτει νέους δρόμους αντίληψης της αισθαντικότητας, που πάντα θα συγκινούν.



3 comments:

  1. Εξαιρετικό το άρθρο σου Ελπίδα! Με αφορμή τη σημερινή επέτειο αυτού του δυσάρεστου γεγονότος, μας μεταφέρει στα γραφικά Ταταύλα και ανακαλεί στη μνήμη μας τα αξέχαστα αυτά τραγούδια! Μπράβο!

    ReplyDelete
    Replies
    1. Ας επικεντρωθούμε στο ευχάριστο συναισθημα που μας δημιουργεί το ομορφο παραδοσιακό Μικρασιάτικο τραγούδι, Ρανια μου κι ας προέκυψε με αφορμή ένα δυσάρεστο γεγονός...Μακάρι κάθε τι λυπηρό να μετουσιώνεται μαγικά σε χαρά και απόλαυση!Ευχαριστω πολύ!Καλή συνέχεια

      Delete
  2. Thank you for this wonderful and enlightening entry!

    ReplyDelete