Ήταν 8 Μαΐου 1942, όταν ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Henry Wallace αναφώνησε τον πιο διάσημο λόγο του, γνωστό για τη φράση "ο αιώνας του κοινού ανθρώπου", απόσπασμα του οποίου διαβάζουμε παρακάτω:
"Century of the Common Man", Χούγκο Γκέλερτ(ΜΟΜΑ) |
Λέω ότι ο αιώνας στον οποίο εισερχόμαστε - ο αιώνας που θα προκύψει μετά τον πόλεμο αυτό -μπορεί και πρέπει να είναι ο αιώνας του κοινού ανθρώπου. Nα είναι η ευκαιρία της Αμερικής να υποστηρίξει την ελευθερία και τις υποχρεώσεις με τις οποίες πρέπει να ζει ο κοινός άνθρωπος.
Οπουδήποτε, ο κοινός άνθρωπος πρέπει να μάθει να κατασκευάζει τις δικές του βιομηχανίες με τα χέρια του με πρακτικό τρόπο. Nα αυξήσει την παραγωγικότητά του έτσι ώστε αυτός και τα παιδιά του να μπορέσουν τελικά να πληρώσουν στην παγκόσμια κοινότητα όλα αυτά που έχουν λάβει.
Κανένα έθνος δεν θα έχει το δοθέν από το Θεό δικαίωμα να εκμεταλλευτεί άλλα έθνη.
Τα παλαιότερα έθνη θα έχουν το προνόμιο να βοηθήσουν τα νεότερα έθνη να ξεκινήσουν την πορεία προς την εκβιομηχάνιση, αλλά δεν πρέπει να υπάρχει ούτε στρατιωτικός ούτε οικονομικός ιμπεριαλισμός".
Ορμώμενος από το λόγο αυτόν, το 1942 ο Άαρον Κόπλαντ εμπνεύστηκε το ομώνυμο έργο του:
"Fanfare for the Common Man"
Αποτελεί πρόταση του αμερικανού συνθέτη κατόπιν αιτήματος του δ/ντή της Cincinnati Symphony Orchestra, Eugene Goossens, να γραφούν έργα προς τιμήν των αμερικανών στρατιωτών κατά το Β΄Παγκόσμιο πόλεμο για να εκτελεστούν από την ιστορική ορχήστρα, όπως με μεγάλη επιτυχία είχε γίνει και στον Πρώτο Παγκόσμιο πόλεμο.
Η φράση "μετά τον πόλεμο θα ανατείλει ο αιώνας του κοινού ανθρώπου" εντυπωσίασε τον Κόπλαντ, που έδωσε μια πανηγυρικού ύφους σύνθεση, όπου κυριαρχούν τα χάλκινα πνευστά και κρουστά.
Πρόκειται για μια δημοφιλέστατη φανφάρα, που παρουσιάστηκε από τη Συμφωνική της πόλης την επόμενη χρονιά, ενώ αργότερα το θέμα της χρησιμοποιήθηκε ως βάση του 4ου μέρους της "Τρίτης Συμφωνίας" του Κόπλαντ.
Η σύνθεση αγαπήθηκε πολύ, γι'αυτό και διασκευάστηκε από αρκετούς καλλιτέχνες από διάφορους χώρους, με δημοφιλέστερη την τζαζ εκδοχή της του Γούντι Χέρμαν και κυρίως την progressive rock των Emerson Lake and Palmer.
Tύμπανα, γκρανκάσες και κύμβαλα δημιουργούν την υποβλητική ατμόσφαιρα της αργής εισαγωγής και προετοιμάζουν την είσοδο των σαλπίγγων, που το ηχόχρωμά τους είναι το πλέον κατάλληλο για τον απαιτούμενο ηρωικό, πομπώδη και ενθουσιαστικό τόνο. Κόρνα, τρομπόνια, τούμπες και ένα επιβλητικό γκονγκ πλαισιώνουν μοναδικά, ενισχύοντας την δύναμη και τον όγκο της ορχήστρας.
Ο Κόπλαντ αλλάζει συνεχώς ρυθμούς και αρμονίες, χωρίς άλλα διακοσμητικά ή μελίσματα.
Ετσι, η μουσική ισχύς του οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην απλότητα του, χωρίς όμως να το καθιστά μονότονο και βαρετό.
Μια σύνθεση απλή και μεγαλοπρεπής ταυτόχρονα, υποδεικνύοντας ότι και ο "απλός" άνθρωπος μπορεί να γίνει ήρωας και σπουδαίος.
Ο Goossens πρότεινε για τη σύνθεση τον τίτλο: "Φανφάρα για τους στρατιώτες" , όμως επικράτησε ο περισσότερο πρωτότυπος του Κόπλαντ.
"Fanfare for the Common Man"
Τη Φιλαρμονική της Ν.Υόρκης διευθύνει ο James Levine:
H 3η Συμφωνία του Κόπλαντ.
Στο 30:35 εμφανίζεται το θέμα της φανφάρας:
Στο 30:35 εμφανίζεται το θέμα της φανφάρας:
Η τζαζ εκδοχή του Γούντι Χέρμαν:
Η ροκ εκδοχή των Emerson Lake and Palmer:
No comments:
Post a Comment