Friday, 10 February 2017

Ναντιέζντα φον Μεκ: όταν αποκαλύφθηκαν τα σημάδια της μοίρας...

Γεννήθηκε σαν σήμερα, 10 Φεβρουαρίου 1831. 
Η ρωσίδα, πάμπλουτη βαρώνη Ναντιέζντα φον Μεκ, στάθηκε μεγάλη ευεργέτις του Πιοτρ ΊλιτςΤσαϊκόφσκυ, υποστηρίζοντάς τον οικονομικά για δεκατρία χρόνια,  δίνοντάς του τη δυνατότητα να αφοσιωθεί στη σύνθεση ολοκληρωτικά. Μόνος όρος, να μην συναντηθούν ποτέ. 

Η βαρώνη, πλην του Τσαϊκόφσκυ, υποστήριξε τους: Νικολάι Ρουμπινστάιν και Κλωντ Ντεμπισί.




"Η Ναντιέζντα το γένος Φλορόφσκι βασιλεύει με τρόπο θαυμαστό στο πλευρό του συζύγου της, του βαρώνου Καρλ φον Μεκ.[...] Τον παντρεύτηκε αυτόν τον ευγενή για να ικανοποιήσει την επιθυμία του πατέρα της. Γιατί αυτός ο πατέρας ήταν κάτι παραπάνω από ένας απλός συγγενής. Μαγεμένη από τη γλυκύτητα του λάτρη της τέχνης, η Ναντιέζντα θαύμαζε την εξυπνάδα, την ευαισθησία και την ειλικρίνειά του. Φιλόμουσος και λάτρης των ταξιδιών, ο Φιλάρετος έπαιζε βιολί, συναναστρεφόταν ανθρώπους από τον καλλιτεχνικό χώρο και δεν δίσταζε να τραβολογά την κόρη του από πόλη σε πόλη, από κονσέρτο σε κονσέρτο.[...]
Η Ναντιέζντα επιβλέπει τα πάντα..Τα ενδιαφέροντά της είναι τέτοια που μπορεί να συγκινηθεί εξίσου από έναν ισολογισμό κι ύστερα ένα μουσικό κομμάτι. Εχει πολυάριθμα ταλέντα και κινείται άνετα ανάμεσα σε  αριθμούς και νότες[...]Ο καλόκαρδος Καρλ αποφασίζει πως η καλύτερη αμοιβή για κείνη είναι να τη διασκεδάζει[...]
Σεβόμενος τις προτιμήσεις της γυναίκας του, ο Καρλ ακολουθεί μαζί της τους πιανίστες, τους βιολονίστες και τους διευθυντές ορχήστρας, που εκείνη θαυμάζει.
[...]
Κάποιο βράδυ, ντύνεται με ιδιαίτερη φροντίδα, διότι αποφάσισε να παρευρεθεί σε ένα κονσέρτο. Την ορχήστρα θα διευθύνει ένας οικογενειακός φίλος, ο διάσημος Νικολάι Ρουμπινστάιν. Στο πρόγραμμα γίνεται λόγος για ένα συμφωνικό ποίημα που αποτελεί προσαρμογή του δράματος του Σαίξπηρ "Η Τρικυμία". Πρόκειται για το τελευταίο έργο ενός συνθέτη για τον οποίον ακούγονται καλά λόγια: τον Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι. Η Ναντιέζντα γνωρίζει πως ο Ρουμπινστάιν εκτιμά το νεαρό δημιουργό.[...]
Στο άκουσμα των πρώτων κιόλας μέτρων, νιώθει να ανασηκώνεται απ' τη γη, έρμαιο της πνοής ενός ανέμου που ήρθε απ' το υπερπέραν. Αυτό που ακούει είναι ο θόρυβος μιας λυσσασμένης θάλασσας που απειλεί το άσυλο ενός συμβολικού νησιού και η οποία γαληνεύει σιγά σιγά, μέχρι που γίνεται ένα απαλό αεράκι κι ένας αναστεναγμός της ψυχής. Αυτό το κρυφό μήνυμα, έχει την εντύπωση πως απευθύνεται μόνο σ' εκείνη ανάμεσα σε εκατοντάδες ανώνυμους ακροατές. Είναι μάλιστα τόσο συγκινημένη από αυτή την πνευματική ταύτιση, που ξεχνά να χειροκροτήσει στο τέλος του κομματιού.
[...]
Ενώ οι μουσικοί, όρθιοι, χτυπούν, όπως συνηθίζεται, τα όργανά τους με το δοξάρι ή με το χέρι, ο Ρουμπινστάιν φιλά τον Τσαϊκόφσκι και, γυρίζοντας προς τον κόσμο, δηλώνει με στομφώδες ύφος:
"Ιδού η ρωσική μεγαλοφυΐα της εποχής μας, ο μοναδικός Τσαϊκόφσκι, δημιουργός της υπέροχης Τρικυμίας, την οποία μόλις ακούσατε χάρη σε μένα!"

(Ανρί Τρουαγιά, "Η βαρώνη και ο μουσικός", εκδ. Σοκόλη, μτφ. Ελ. Ανδριανού, σελ.8-16)


ΤΟ ΕΡΓΟ:

Η Συμφωνική Φαντασία "Τρικυμία" του Τσαϊκόφσκυ είναι φυσικά εμπνευσμένη από τον άγγλο λογοτέχνη Σαίξπηρ, που τόσο θαύμαζε και διάβαζε μανιωδώς ο συνθέτης και γράφτηκε το 1873, ενώ η πρεμιέρα του έγινε την ίδια χρονιά με τον Νικολάι Ρουμπινστάιν στο πόντιουμ. 

Ο ρώσος δημιουργός πετυχαίνει μια μουσική απεικόνιση της θάλασσας και των ποικίλων διαθέσεών της. Ήρεμη αρχικά, που απότομα μεταμορφώνεται σε ταραγμένη θαλασσοταραχή, όλο ένταση και βιαιότητα καθώς αποτυπώνει το υπάκουο πνεύμα, Άριελ, να κατυθύνει μαγικά το καράβι  σε ναυάγιο. Πλούσια και λεπτομερής ενορχήστρωση  δημιουργεί τη συγκλονιστική ατμόσφαιρα της πλεύσης και βύθισης του πλοίου. Χαρακτηριστική είναι επίσης η δύναμη της ερωτικής αίσθησης που πραγματικά ξεχειλίζει στη Φαντασία, για να εκφράσει τα συναισθήματα μεταξύ Μιράντας και Φερδινάνδου, τόσο που αναλυτές παραλληλίζουν με τα αντίστοιχα από το "Ρωμαίος και Ιουλιέτα". 

Το έργο ολοκληρώθηκε μέσα σε μόλις δέκα μέρες "σαν να τον καθοδηγούσε μία υπερφυσική δύναμη" όπως έγραψε ο Τσαϊκόφσκυ. 

Tchaikovsky: "The Tempest, Symphonic Fantasia after Shakespeare, Op. Το 18"
Evgeny Svetlanov:


Το Μάιο του 1876 κατά τη διάρκεια ενός Κονσέρτου της Ρωσικής Μουσικής Εταιρίας, η Ναντιέζντα πιστεύει πως τής έχει αποκαλυφθεί ένα δεύτερο σημάδι της μοίρας, όταν ακούει το "Πρώτο Κονσέρτο για πιάνο" του Τσαϊκόφσκυ, και πάλι, εκτελεσμένο από τον Σέργιο Τανέγιεφ, έναν εικοσιδυάχρονο βιρτουόζο. 

"Με την έναρξη του κομματιού, οι επικοί τόνοι του Κονσέρτου την παρασέρνουν με την ορμή τους. Και δεν μπορεί παρά να σκεφτεί μ' ένα μεταφυσικό δέος πως ο Μότσαρτ, ο Μπετόβεν, αναστήθηκαν κι επέστραψαν στη γη με τα χαρακτηριστικά και το όνομα  κάποιου άλλου.
[...]
Επιτρέφοντας στο σπίτι, η Ναντιέζντα αποφασίζει αμέσως να απευθυνθεί σ'αυτόν τον εξαιρετικό συνθέτη για να τού αναθέσει κάποιες μεταγραφές για τις οποίες θα τον πληρώσει αδρά:

"Αξιότιμε, Πιοτρ Ίλιτς, επιτρέψτε μου να σάς απευθύνω τις ειλικρινείς ευχαριστίες μου[...]Θα μου φαινόταν άτοπο να σάς εκφράσω το θαυμασμό μου, διότι είστε, δίχως αμφιβολία, συνηθισμένος σε επαίνους ανωτέρου επιπέδου[...]
Θα σας πω μονάχα πως χάρη στη μουσική σας η ζωή γίνεται πιο εύκολη και πιο ευχάριστη"

(Ανρί Τρουαγιά, "Η βαρώνη και ο μουσικός", εκδ. Σοκόλη, μτφ. Ελ. Ανδριανού, σελ. 17-18)

ΤΟ ΕΡΓΟ:

Το Κοντσέρτο για πιάνο αρ. 1, έργο 23 εΊναι έργο του 1875, γραμμένο στη Σι ύφ. ελ. και θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της πιανιστικής φιλολογίας.
Όταν ο Τσαϊκόφσκυ έστειλε την παρτιτούρα στον πιανίστα και φίλο του, Νικολάι Ρουμπινστάιν εκείνος το χαρακτήρισε "ελαφρό και δημιουργία προχειρότητος" οπότε ο συνθέτης παρότι είχε κατά νου να τού το αφιερώσει, μετανοιωμένος στράφηκε προς τον μαέστρο και πιανίστα, φον Μπύλοβ, που εκτιμούσε τη μουσική του και εκείνο το διάστημα είχε επαινέσει ανοιχτά τον Τσαϊκόφσκι για τις συνθέσεις του.

Ο Τσαϊκόφσκυ έγραψε στη βαρώνη Φον Μεκ: 

"Έπαιξα στο Νικολάι το πρώτο μέρος. Ούτε μία λέξη, ούτε μία παρατήρηση. Αν ήξερες μόνο πόσο απογοητευτικό είναι όταν κάποιος προσφέρει σε έναν φίλο του ένα “πιάτο” από το έργο του και εκείνος τρώει και παραμένει σιωπηλός... Οπλίστηκα με υπομονή και συνέχισα ως το τέλος. Πάλι σιωπή. Σηκώθηκα και ρώτησα: Λοιπόν; Εν τέλει ο Ρουμπινστάιν εκφράστηκε: ...στην αρχή ήρεμα, έπειτα όλο και περισσότερο σαν τον Δία, τον κύριο των κεραυνών...".

Θα ακούσουμε το εξαιρετικά επιβλητικό πρώτο μέρος: "Allegro non troppo e molto maestoso". Στην εισαγωγή πρωταγωνιστούν τα κόρνα που  ακολουθούνται από όλα τα όργανα της ορχήστρας. Τα βιολιά σε μια "αιχμηρά κοφτή" εκτέλεση, αναδεικνύουν με το πιτσικάτο τους το κύριο θέμα-έμπνευση από λαϊκή μελωδία, που ο συνθέτης  άκουσε να εκτελείται στην Ουκρανία από ένα τυφλό ζητιάνο στο δρόμο...

Tchaikovsky Concerto No. 1 , Mov.I / Sviatoslav Richter


"Η Ναντιέζντα μαθαίνει πως ο Τσαϊκόφσκυ θα διευθύνει στο Θέατρο Μπολσόι το νέο του έργο, το "Σερβικό Εμβατήριο". [...]
Προσέρχεται στο κονσέρτο... Τα πρώτα μέτρα, γεμάτα πατριωτισμό, την τραντάζουν ως τα βάθη της ψυχής της. Ο στρατιωτικός ρυθμός των χάλκινων πνευστών ξυπνά το μαχητικό της πνεύμα.[...]
Εκείνος, δεν μοιάζει να συμμετέχει στην εορταστική ατμόσφαιρα. Καθοδηγεί τους μουσικούς διστακτικά, με σκυμμένο κεφάλι σαν να τον έχει τρομάξει η λαίλαπα που εξαπολύει. Θα έλεγε κανείς πως δεν είναι ο δημιουργός αυτού του θριαμβευτικού εμβατηρίου.
Στο τέλος αποκαμωμένος, χαιρετά αδέξια το κοινό και καταφεύγει στα παρασκήνια
[...]
Είναι άραγε τόσο ντροπαλός όσο και μεγαλοφυής; Αυτή η υπόθεση τον κάνει πιο ελκυστικό στα μάτια της[...] Ξεχειλίζει από αισθήματα μητρικής τρυφερότητας απέναντι σ' αυτόν τον ώριμο άντρα, που ήδη ξέρει πως δεν  μπορεί παρά να' ναι ένα μεγάλο παιδί"

(Ανρί Τρουαγιά, "Η βαρώνη και ο μουσικός", εκδ. Σοκόλη, μτφ. Ελ. Ανδριανού, σελ. 22-23)


ΤΟ ΕΡΓΟ:

O Τσαϊκόφσκι το 1876 και για τον εορτασμό της Ρωσικής επέμβασης στον Σερβοτουρκικό πόλεμο συνέθεσε το "Σέρβικο Εμβατήριο- Marche slave".
Η ανάθεση της σύνθεσης έγινε  από τη Ρωσική Μουσική Εταιρεία προκειμένου να εκτελεστεί σε Φιλανθρωπική Συναυλία του Ερυθρού Σταυρού, τα έσοδα της οποίας θα διοχετεύονταν στους Σέρβους τραυματίες του πολέμου. 

Το φολκλόρ ύφος είναι και εδώ εμφανές, καθώς ο συνθέτης χρησιμοποιεί ως μοτίβα του λαϊκα σερβικά τραγούδια συνδυασμένα και αρμονικά επεξεργασμένα με τον Εθνικό ύμνο της Ρωσίας.
Στο πόντιουμ και σε αυτή την πρεμιέρα ήταν ο Νικολάι Ρουμπινστάιν.

Tchaikovsky: "Marche slave, Op. 31" / Zubin Mehta


Καθώς σύμφωνα με το ρωσικό πρωτόκολλο καλλιτέχνης και πάτρονας θεωρούνταν ίσοι, συχνά οι πρώτοι αφιέρωναν μουσικές συνθέσεις τους ώστε πέρα από την ένδειξη εκτίμησης να επιβεβαιώσουν αυτή την ισοτιμία. Ο Τσαϊκόφσκι αφιέρωσε στην προστάτιδά του Ναντιέζντα φον Μεκ την 4η Συμφωνία του. 
Παρότι δεν συναντήθηκαν ποτέ, συγγένεψαν καθώς  ο Νικολάι, ο γιος της Ναντιέζντα , παντρεύτηκε την ανιψιά του Tσαϊκόφσκυ.
Κι αν αναρωτηθείτε, ούτε στο γάμο συναντήθηκαν, αφού μόνο ο συνθέτης παρευρέθηκε.
Η Ιστορία της Μουσικής έχει διασώσει τις πολύτιμες επιστολές τους...





1 comment:

  1. Πολύ περίεργος όρος, Ελπίδα μου πραγματικά! Η Ναντέζντα φον Μεκ υπήρξε μια αριστοκράτισσα, δεσποτική μητέρα στα παιδιά της, τόσο που ήταν εξαιρετικά ενοχλητικό να ανακατεύεται στις ζωές τους. Έβλεπε τον Τσαϊκόφσκυ σαν τον "υπεράνθρωπο" του Νίτσε και δεν ήθελε να διαλυθεί αυτή η μαγεία. Αντάλλαξαν πάνω από 1000 επιστολές οι δύο τους μέχρι αυτή να του ζητήσει να τις καταστρέψει. Ο Τσαϊκόφσκυ την διαβεβαίωσε, αλλά δεν τις κατέστρεψε ποτέ κι έτσι μάθαμε πόσα προσωπικά του μυστικά της φανέρωνε.
    Μαγευτικό, αριστοτεχνικό, δεξιοτεχνικό το κοντσέρτο για πιάνο και πολύ αγαπημένο σε πιανίστες κι ακροατές κι αναρωτιέμαι γιατί ο Ν. Ρουμπινστάιν δεν εξεφράσθη θετικά.
    Μεγαλειώδες και εμψυχωτικό το Σέρβικο εμβατήριο!
    Ευχαριστούμε πολύ, αγαπημένη μου Ελπίδα για το υπέροχο άρθρο σου και την υπενθύμιση της γενέθλιας μέρας της σπουδαίας αυτής χορηγού και υποστηρίκτριας των τεχνών και κυρίως της μουσικής. Καλό βράδυ! ❤

    ReplyDelete